Ο Καλύμνικος γάμος

Ο Καλύμνικος γάμος

του Απόστολου Σπυρίδη – εκπαιδευτικού

Ήταν Σάββατο, τέλος του Μάη 2003, όταν το χορευτικό τμήμα του λυκείου των Ελληνίδων έκανε την καθιερωμένη του εκδήλωση λήξης της χρονιάς στο κεντρικό λιμάνι του νησιού.

Στις 7 ακριβώς η πλατεία γέμισε παιδιά με καλύμνικα, καβάδια και βράκες. Λες και βρεθήκαμε στη μηχανή του χρόνου στην Κάλυμνο του 1920, του 1930 ή του 2003 ….. ήταν το ίδιο. Μπράβο…. Μπράβο. Να η τεράστια προσφορά του Λυκείου, πλημμυρισμένη στο λιμάνι του νησιού. Χόρεψαν, τραγούδησαν και οι μανάδες καμάρωναν και οι γιαγιάδες βούρκωναν που τ’αγγόνια τους χόρευαν και τραγουδούσαν καλύμνικα.

Το μεράκι αυτών των κυριών του Λυκείου κρατά ζωντανή την Κάλυμνο, τη φλόγα που λέγεται παράδοση. Αυτή τη φλόγα θελήσαμε μεσ’από τις σελίδες των βιβλίων να ανάψουμε. Να ψαχουλέψουμε τις ψυχούλες των παιδιών μας για να βρούμε εκείνη τη φλόγα που οδηγούσε την Καλύμνια να κεντήσει το μισοφόρι του καβαδιού με όμορφες χρωματιστές γλάστρες και που ξυπνούσε στα χείλη των νέων το μελωδικό σκοπό «να’ντη κει που πάει στο Κάστρο με το τσεμπεράκι τ΄ασπρο.

Χάθηκαν τα τσεμπέρια στο Χωριό και έσβησε το άσπρο από τις κουμούλες (τοίχους) όπως έσβησε και η διάλεκτός μας. Λίγες γριές και γέροι ακόμα αρνούνται πεισματικά να μάθουν τη γλώσσα των βιβλίων και της τηλεόρασης και “ελάχιστοι” Καλύμνιοι που ζουν στην Αθήνα, αυτοί που έρχονται για 15 μέρες και πετούν κάποιες καλύμνικες κουβέντες από αγάπη ή νοσταλγία.

Τώρα που η παγκοσμιοποίηση πολτοποίησε τα ήθη και τα έθιμα για να βγάλει ίσως ένα νέο κράμα με λίγο απ’όλα. Τις ρίζες μας ζητάμε…. Δε θα βάλουμε καβάδι στις δουλειές μας, ούτε θα σκουπίσουμε με φροκαλιά (σκούπα), μα θα ανακαλύψουμε τη συνέχειά μας, θα γνωρίσουμε την εξέλιξη μας και θα αγαπήσουμε περισσότερο το γκρίζο βράχο μας.

Να νιώσουμε και μεις τη χαρά από το χορό της Παναγιάς “το Συγχώριο” και την πίκρα του χορού του “Μηχανικού”. Δε θα κοιτάμε ένα χορό folklore αλλά θα νιώθουμε πως αυτό το τρέμουλο στα πόδια είναι η ιστορία του τόπου μας. Ενός τόπου που πάλεψε να ριζώσει σε ένα βράχο και τα κατάφερε, που μπόρεσε όχι μόνο να ριζώσει αλλά και να μεγαλουργήσει. Μπόρεσε να βγάλει τρανούς καπεταναίους, που όργωναν τις θάλασσες, δύτες παλικάρια που έπαιζαν καθημερινά με το χάρο αλλά και τους ανθρώπους του πνεύματος, ζωγράφους, συγγραφείς, γλύπτες, γιατρούς, άξιους επιστήμονες που με τα έργα τους και τη δουλειά τους έκαναν το νησί μας περήφανο.

Στο βιβλίο αυτό περιγράφεται ένας παραδοσιακός καλύμνικος γάμος. Εμείς τρέξαμε, βρήκαμε υλικό, το καταγράψαμε, παίξαμε στο σχολείο μας και χαρήκαμε αυτόν τον καλύμνικο παραδοσιακό γάμο. Αφήνουμε αυτό στο μικρό βιβλίο στο σχολείο μας σαν ένα κίνητρο για τα άλλα παιδιά. Δεν είναι μόνο αυτή η Κάλυμνος μας, είναι κάτι από την Κάλυμνο μας. Εμείς κάναμε την αρχή, εσείς συνεχίστε. Ψάξτε στα βιβλία, ρωτήστε τους παππούδες και τις γιαγιάδες και θα βρείτε τις ρίζες σας, τον ίδιο τον εαυτό σας.
Έθιμα σχετικά με το προξενιό, το γάμο και την προίκα

Ο γάμος ένα από τα επτά μυστήρια της εκκλησίας μας, ως τελετή διατηρείται, αιώνες τώρα, ίδιος και απαράλλαχτος. Από τα έθιμα όμως γύρω απ΄αυτόν , λίγα μόνο διατηρούνται, μερικά κοινά σ΄ολόκληρη την Ελλάδα. Ο γάμος από τα πανάρχαια χρόνια, ήταν και είναι σταθμός στην ιστορία του ανθρώπου. Δύο άνθρωποι, με τις ευχές των γονιών τους και της ευλογίες της εκκλησίας, καλούνται <<εις γάμου κοινωνίαν>> <<εις σάρκαν μίαν>>, να μοιραστούν τις χαρές και τις λύπες της ζωής. Παράλληλα, ήταν και μια δοκιμασία για όλους, με ταλαιπωρίες και έξοδα. <<Αν δεν παντρέψεις κι αν δεν χτίσεις, δεν ξέρεις τι θα πει ταλαιπωρία>>, λέγεται χαρακτηριστικά μέχρι και σήμερα.

Τόσο κατά την αρχαιότητα όσο και κατά τα νεότερα χριστιανικά χρόνια, μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα, τον πρώτο λόγο για το γάμο είχαν συνήθως οι γονείς. Στις παλιότερες μάλιστα ανδροκρατούμενες κοινωνίες το λόγο είχε ο πατέρας. Τα παιδιά, εξάλλου, δεν είχαν πολλές ευκαιρίες να γνωριστούν, όπως συμβαίνει σήμερα. Ο νέος γνώριζε τη μέλλουσα σύζυγο του είτε στην εκκλησία είτε σε κανένα πανηγύρι, ή στα νεότερα χρόνια, μετά τον πόλεμο στο <<νυφοπάζαρο>>, στη βόλτα του χωριού.

Όταν ένας νέος του χωριού θελήσει να ζητήσει σε γάμο μια νέα του χωριού, ή από άλλο χωριό, δεν πηγαίνει ο ίδιος στους γονείς της κοπέλας, αλλά στέλνει πρόσωπο εμπιστοσύνης του και πάντοτε με την συγκατάθεση των γονιών του, το δε πρόσωπο αυτό λέγεται προξενητής και διαχειρίζεται την υπόθεση του συνοικεσίου. Σε άλλες περιπτώσεις οι παππούδες αναλάμβαναν το προξενιό, εφόσον τους άρεσε το σόι του γαμπρού. Ο προξενητής (συνήθως γυναίκα) πήγαινε στο σπίτι του κοριτσιού και όταν οι γονείς τον ρωτούσαν <<πως και έτσι ήρθες>>, αυτός απαντούσε <<ήρθα για προξενιό στο κορίτσι, θέλω να γυρέψω το κορίτσι σας για το τάδε παλικάρι>>. Στη συνέχεια ο πατέρας έλεγε <<θα ρωτήσω και τη κόρη μου και θα το σκεφτούμε>>. Ο προξενητής έφευγε, αλλά επαναλάμβανε τις επισκέψεις του δύο, τρεις και περισσότερες φορές, αν χρειαζόταν, έως ότου πετύχει το στόχο του.

Σε περίπτωση επιτυχίας του συνοικεσίου, ο προξενητής κανόνιζε και το ποσό και το είδος προίκας, γιατί η προίκα δε δίνεται μόνο σε μετρητά, αλλά και σε είδη(κτήματα, ζώα, σπίτι κλπ.)και ότι υποσχεθούν οι γονείς κατά τη συζήτηση μαζί του, πρέπει υποχρεωτικά να δοθεί.

Η συμφωνία γινόταν προφορικά, ενώ σε άλλες περιοχές συντασσόταν σχετικό συμβόλαιο, το προικοσύμφωνο, για το οποίο θα γίνει λόγος παρακάτω. Αφού είχαν προηγηθεί οι διαβουλεύσεις από μέρος του προξενητή, για την οικονομική κατάσταση της νύφης, ο προξενητής πήγαινε στο σπίτι των γονιών του γαμπρού και ανέφερε τα σχετικά με τη συζήτηση που έκανε για το τι θα πάρει η νύφη ως προίκα. Δεν ήταν σπάνιο και το <<κλέψιμο της νύφης>>, όταν οι δυο νέοι συναντούσαν ανυπέρβλητα εμπόδια.

Αν το κορίτσι και οι γονείς του δεχόταν την πρόταση, ο προξενητής την άλλη μέρα έπαιρνε δώρο από το παλικάρι και το πήγαινε στο κορίτσι και αντίστροφα. Τα δώρα αυτά τα ονόμαζαν <<σ΄μάδια>>, δηλαδή σημάδια, και ήταν η συμφωνία για τον αρραβώνα. Η προίκα του κοριτσιού περιελάμβανε :υφαντά, σεντόνια, παπλώματα, ρούχα, τραπεζομάντιλα, καρέδες, κουβερτόνια κ. α. Επίσης είδη οικιακής χρήσης, π.χ. καζάνια(για το πλύσιμο των ρούχων), ταψιά, σιφουνιέρες (ντουλάπες), φουρκάλια κλπ. Δεν έλειπαν βέβαια τα κτήματα, χρήματα, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των γονιών του κοριτσιού και ότι άλλο μπορούσε να προσφέρει ο πατέρας της νύφης. Η κόρη έπλεκε και ύφαινε μόνη της τα προικιά της. Ο γάμος γινόταν πάντα Κυριακή-εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις και το έλεγαν χαρά, γιατί όλο το χωριό, κατά κάποιο τρόπο χαιρόταν. Χαιρόταν ο νέος και η νέα που επρόκειτο να παντρευτούν. Χαιρόταν οι γονείς, οι συγγενείς και όλοι οι κάτοικοι του χωριού. Όλοι χαιρόταν γιατί θα φορούσαν τα καλά τους, θα έτρωγαν εκλεκτά φαγητά, θα έπιναν ρακί, κρασί, θα τραγουδούσαν και θα χόρευαν.

Τα προικιά απλώνονταν στο σπίτι της νύφης από την Παρασκευή. Η νύφη έβγαζε την προίκα από τα σεντούκια. Κορίτσια(συνήθως φίλες και συγγενείς της νύφης)έπλεναν και σιδέρωναν τα προικιά μια εβδομάδα πριν από το γάμο. Άπλωναν τα προικιά μέσα στο σαλόνι και έμπαιναν όλα με τάξη για να πετυχαίνεται το άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα και τελευταίο έμπαινε το νυφοστόλι, μάλλινο σεντόνι που σκεπάζει τον τοίχο.

Μπροστά σε αυτό δέχεται αργότερα η νύφη τις ευχές και τα δώρα των συγγενών της, συνήθως χαρτονομίσματα-παλιότερα και λίρες ή ντούμπλες-που τα καρφιτσώνουν μπροστά στο στήθος της, αφού κάνει τις απαραίτητες <<μετάνοιες>>. ¨όταν τελείωνε όλη η διαδικασία του στησίματος της προίκας, όλο το χωριό περνούσε για να θαυμάσει τα εκθέματα. Νέα παιδιά, αγόρια, κορίτσια, οι υπηρέτες, μ΄ένα μαντίλι στο βραχίονα, κερνούσαν τον κόσμο. Κατά το μεσημέρι, αντιπροσωπεία του γαμπρού, ερχόταν με όργανα για να παραλάβει την προίκα. Για παραδοθεί όμως η προίκα, έπρεπε ο γαμπρός να τάξει ένα δώρο, που κάποτε ήταν ένας πετεινός, ένα αρνί, ένα τραπέζι (γεύμα), ενώ αργότερα εξελίχθηκε σ΄ένα σεβαστό χρηματικό ποσό.

Τα προικοσύμφωνα έχουν την αρχή τους από το 1830 ίσως. Κι αυτό δημιουργήθηκε από ζητήματα χωρισμού του αντρόγυνου ή θανάτου της γυναίκας χωρίς να αφήσει απογόνου, οπότε οι προίκα έπρεπε να επιστραφεί στο πατρικό της. Τα προικοσύμφωνα κανένα άλλο σκοπό δεν είχαν. Ο γαμπρός δεν θα έδινε λογαριασμό για την προίκα, που έπαιρνε Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος , εκτός από τη μεγάλη προίκα σε είδη ρουχισμού έδιναν και μετρητά. Έτσι ένα κορίτσι, για να παντρευτεί, δεν ήταν αρκετό να είναι όμορφο και νοικοκυρά, αλλά έπρεπε να διαθέτει και μεγάλη προίκα.

Ο ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ

Κατά το συνήθειο του τόπου, από μέρους των γονιών της κόρης στέλνεται το “προξένι”. Όταν γίνει δεκτή η πρόταση και συμφωνήσουν σε όλα, ορίζουν την ημέρα που θα πρωτοπάει ο γαμπρός στο σπίτι της κόρης για να αλλάξουν δακτυλίδια. Αυτήν την ημέρα ο νέος στέλνει στην κοπέλα καρύδια και “χαλουβά” (χαλβά), όπως λέει το έθιμο. Απ’ αυτά τότε η μάνα της μοιράζει σε όσους θέλει να προσκαλέσει στον αρραβώνα. Το βράδυ που θα έρθουν οι καλεσμένοι στο σπίτι, θα μαζευτούν οι συγγενείς και των δύο, ο παπάς της ενορίας, ο γραμματικός της Δημαρχίας και θα συντάξουν την αγγλαβή (προικοσύμφωνο) που θα γράφει με λεπτομέρεια όλη την προικοδότηση σε κινητά και ακίνητα. Στην Κάλυμνο, όπως και στα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, ίσχυε “το γονικό στο γονικό” δηλαδή η επιστροφή της περιουσίας της νύφης στην οικογένειά της στην περίπτωση που έμενε άτεκνη. Αφού τελειώσει το έγγραφο, η μάνα ή η αδερφή του γαμπρού κρεμούν στο λαιμό της νύφης χρυσή αλυσίδα με σταυρό, τούμπλες και μαχμουτιέδες (τούρκικα χρυσά νομίσματα) ή καρφίτσα ή μενταγιό. Τραταίρνονται όλοι με διάφορα γλυκά – ο χαλβάς και τα γλυκά είναι απαραίτητα – κι ύστερα αρχίζουν το χορό και τα τραγούδια:

Έλα Χριστέ κι ευλόγησε τούτο τον αρραβώνα,

που’ναι γαμπρός σαν αετός κ’η νύφη σαν τρυγόνα.

Την άλλη μέρα παίρνει ο νέος την αρραβωνιαστικιά του και της αγοράζει το νυφικό, τα παπούτσια, το τσεμπέρι. Παλαιότερα της αγόραζε και το “ταμπάρο”, είδος κοντής ζακέτας από ακριβή τσόχα.

Όσο να έρθει η μέρα του γάμου, ύστερα από μια ή δυο το πολύ βδομάδες, ο γαμπρός αφήνει τις δουλειές του και πάει να γειτονέψει τη μνηστή του. Οι γονείς της τον κρατούν στο τραπέζι, πολλές φορές έρχονται και άλλοι συγγενείς ή φίλοι κι αρχίζουν το “πησπέρισμα” (κουβεντολόι).

Στις γιορτές ή σε χορό, αφού οι αρραβωνιασμένοι “καλλουπιστούν” κάνουν καμαρωτοί-καμαρωτοί την εμφάνισή τους, χορεύοντας ο ένας πλάι στον άλλο, κι ο γαμπρός ρίχνει με γενναιοδωρία λεπτά, τα “βλοήτζια” στο δίσκο για τους “παιχνιδιάτες” (οργανοπαίχτες).

Τον παλιό καιρό, προτού ακόμα γίνει ο γάμος, οι συμπέθεροι, για να δουν αν όπως λέμε συμφωνούσαν τα χνώτα τους, έκαναν <<σπορά>>, δηλαδή έσπερναν μαζί για να δουν αν ταίριαζαν .

Από τις παραμονές του γάμου γίνονται οι προετοιμασίες. Ο γαμπρός στέλνει στο σπίτι της νύφης το ρουχισμό του, φορεσιές, χράμια, βελέντζες, επικεφαλής ένα άγιο εικόνισμα. Το σπίτι συγυρίζεται και ιδιαίτερα ο <<κράατθος>> (κρέβατος) όπου κοπέλες με τραγούδια στολίζουν το νυφικό κρεβάτι με τα καλύτερα στρωσίδια της <<στοίβης>>(στοιβαγμένα στρώματα, παπλώματα, υφαντά κ.α.),τσεμπέρια, <<μεσσάλες>> (πετσέτες) κεντητές και άλλα εργόχειρα.

Ο ΓΑΜΟΣ

Την ημέρα του γάμου καταφθάνουν τα ‘’κανίσκια’’ και τα ‘’ξίσματα’’ που στέλνουν οι συγγενείς στη νύφη, γλυκά, μεγάλα ψωμιά καλοζυμωμένα με όλα τα μυρωδικά και στολισμένα με λουλούδια, με πουλιά, με στεφάνια και με το όνομα της νύφης και του γαμπρού, όλα καμωμένα με ζυμάρι και αλειμένα με αυγό για να γυαλίζουν.Τα ‘’ξίσματα’’ τοποθετούνται σε στρογγυλούς σοφράδες πολίτικους, με βάση βαθουλή και στρογγυλή, στρωμένους με μεταξωτέες ‘’μεσσάλες’’ στενόμακρες πετσέτες με φούντες ή κροσσάκια που οι άκρες τους κρέμονται από τις δυο μεριές. Τους σοφράδες αυτούς με τα ‘’ξίσματα’’ τα μεταφέρουν οι γυναίκες στα κεφάλια τους , οι συγγενείς ή άντρες , κρεμώντας και το απαραίτητο γαλόνι με κρασί. Εκτός από τα ξίσματα που τα κρεμούν δεμένα Σιένα μεγάλο σεντόνι στην πλάτη τους, όταν δεν έχουν σοφράδες πηγαίνουν στη νύφη και ‘’σουπσέρες’’ (σουπιέρες) γεμάτες κουραμπιέδες ‘’γυριστές’’ (λουκουμάδες) και μπακλαβάδες.

Την Κυριακή του γάμου ο γαμπρός κουρευόταν και ξυριζόταν από τον κουρέα στο σπίτι του :

Γαμπρέ μου διαλύζουσου με αργυρή διαλύστρα
και πήρες κόρη όμορφη σαν την Ευαγγελίστρα

Όμορφος που ναι ο γαμπρός σαν του Χριστού το δίσκο
στέκουμαι και παρατηρώ, ψηγάδι δε του βρίσκω

Η σπουδαιότερη όμως διαδικασία της ημέρας ήταν το ντύσιμο και το στόλισμα της νύφης από της φιλενάδες της, που της τραγουδούνε ντύνοντας την με το «καββάδι» και το άσπρο το τσιμπέρι.

Όμορφη που ναι η νύφη μας που ναι λαμπροφορούσα
εχει το σώμα λυγερό που πρέπουν του τα λούσα

Νύφη μου άστρο τα΄ουρανού,κορώνα του Λεβάντη
που σαν το άστρο της αυγής το πρόσωπο σου λάμπει

Η πομπή, στο άκουσμα της καμπάνας, ξεκινάει για την εκκλησία. Μπρος από το φουσάτο η νύφη με τον πατέρα της, πίσω ο γαμπρός με τους δικούς του. Προπορεύεται ένα κορίτσι με το μεγάλο δίσκο που έχει τα στέφανα –καμωμένα από κληματόβεργες πλεγμένες ή με μυρτιές και κορδέλες. Όταν τελειώσει η ιεροτελεστία γυρίζουν στο σπίτι, οι νεόνυμφοι με τα στέφανα στο κεφάλι. Στο δρόμο οι παπάδες και οι ψαλτάδες λένε το ‘’Άξιον εστί’’ , ‘’Την ωραιότητα της παρθενίας σου’’ .Όλες οι ηλικιωμένες που φορούν μαύραα τσεμπέρια , αυτή τη μέρα βάζουνε τα άσπρα ‘’τσιμπίδια’’(κεφαλομάντιλα από λευκό τουλπάνι). Όταν φτάσουν οι συγγενείς στο σπίτι και φιλήσουν τη νύφη και το γαμπρό, ρίχνουν στο δίσκο των ιερέων χρήματα. Αρχίζει το μοίρασμα των κουφέτων –παλαιότερα είχαν αντί κουφέτα η <<μυγδαλόψυχα>> καμωμένη από αμύγδαλα και μέλι, τα γλυκα, τα πιοτά, σε λίγο οι ψιλομεζέδες και το ούζο, όσο που στήνεται με το λαούτο και το βιολί ο χορός και τα τραγούδια με τα παινέματα, τα <<νυφικάτα>>.

ΤΟ ΓΛΕΝΤΙ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ

Όλοι είναι στο πόδι για να βοηθήσουν. Οι άντρες έστηναν τα καζάνια έξω στο μειντάνι, κουβαλούσαν τα ξύλα, τεμάχιζαν το κρέας. Και βέβαια κρέας πολύ. Εκατό οκάδες μοσχάρι και πάνω.

Οι ηλικιωμένες πάλι καθάριζαν τις πατάτες ή τα πράσα. Τα συνηθισμένα φαγητά ήταν μακαρονάδα, κρέας με τις πατάτες, φύλλα (ντολμάδες) και χοιρινό με πράσα. Ψωμί δεν φρόντιζαν, γιατί κουβαλούσαν οι συγγενείς και φίλοι τόσα πολλά ξίσματα που περίσευαν και έτρωγαν ένα μήνα παξιμάδια. Ύστερα ως το απόγευμα που θα συνόδευαν όλοι το ζευγάρι στην εκκλησία, όλα ήσαν έτοιμα στην εντέλεια.

Στα παλιά τα γλέντια γινόντουσαν μέσα στα σπίτια. Και δυο τρία σπιτικά γειτονικά προσφέρονταν να βοηθήσουν.

Σε άλλο ήταν στρωμένα τα τραπέζια να τρώει ο κόσμος, σε άλλο χόρευαν και σε άλλο πήγαιναν οι μωρομάνες να κοιμίσουν τα μωρά τους, για να βρούνε ευκαιρία και κείνες να πάνε στο χορό, να χορέψουν λιγάκι να χαρευτούν.

Και όταν πια τελείωνε η φασαρία των τραπεζιών και κοιμόντουσαν και τα μωρά, μαζεύονταν όλοι στο χορό και το γλέντι ακολουθούσε τρικούβερτο.

Χορός, τραγούδι νυφικάτα, πεισματικά, παινέματα της νύφης και του γαμπρού και γέλιο και πειράγματα και κέφι. Οι παιχνιδιάτες με το βιολί, το λαούτο, το σαντούρι έπαιζαν και το ζευγάρι και οι καλεσμένοι χόρευαν. Παινέματα έλεγαν όχι μόνο για το ζευγάρι, τις οικογένειες τους αλλά και για τον κουμπάρο και τους συμπεθέρους:

Γαμπρός είναι το λούλουδο κι η νύφη ‘ναι η γλάστρα
το συμπετθερολόι μας είν’ η αυζή με τ’ άστρα.

Τις περισσότερες φορές ξημέρωνε και ο χορός κρατούσε ακόμα. Τότε τραγουδούσαν το γνωστό και πολύ μελωδικό τραγούδι “Μέρα μέρωσε”. Έβγαιναν στο δρόμο, έβαζαν μπροστά τα βιολιά και πίσω όλοι οι καλεσμένοι τραγουδούσαν σαν να μην ήθελαν να το διαλύσουν ακόμα:

Μέρα μέρωσε, τώρα η αυγή χαράζει
τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια
τώρα οι πέρδικες, τώρα οι περδικοπούλες
τώρα κελαϊδούν, τώρα λαλούν και λένε

Ξύπνα αφέντη μου, ξύπνα καλέ μου αφέντη
Ξύπνα αγκάλιασε κορμί κυπαριοσσένιο
Και άσπρονε λαιμό
Άσπρονε λαιμό και μπράτσα σα το χιόνι.

Τη δεύτερη βραδιά γιορτάζεται ο αντίγαμος και τέλος αφήνουν ήσυχο το ζευγάρι να γιορτάσει μόνο τη χαρά του.

ΝΥΦΙΚΑΤΑ

Έλα Χριστέ και Παναγιά σ’αυτόν τον αρραβώνα
που σμίγει ο σταυραετός μαί με την τρυγόνα
δος τους Παναγιά μου χρόνια, σαν της λεμονιάς τα κλώνια.

Από την πέρα γειτονιά ήρτε το περιστέρι
κι έσμιξε με την πέρδικα κι ηγίνανε ταίρι.
Στους νεόνυμφους εύχομαι, να ζήσουν να γεράσουν,
με ευτυχία και χαρά το βίο να περάσουν
δος τους Παναγιά μου, δος τους
ένα τσούρμο παιτζά μπρος τους.

Ένα λουλούδι είχαμε στην οικογένειά μας
νύφη σου το χαρίζουμε με όλη τη καρδιά μας

Ήρτε η ώρα η καλή να δώσω την ευχή μου
αγγόνια και δισέγγονα να κάμει το παιί μου

Σαν την την Αγιά Παρασσεβζή που ασκήτευε στα όρη
έτσι την εθρέψαμε γαμπρέ την ακριβή μας κόρη

Γαμπρέ τη νύφη ν’αγαπάς, να μη τηνε μαλώνεις
να παίρνεις και το πάπλωμα να τηνε κουκουλώνεις

Φέρτε σαπούνι κρητικό, νερό του Ιορδάνη,
να λούσει τα μαλλιάκια της να βάλει το στεφάνι

Άη Νικόλα γείτονα καμπούρη κι ασπρογένη
έλα να δώκεις την ευσή, στ’αντρόγυνο που γένη

Άη Νικόλα της Χαλής που’σαι στο λιμνιονάρι
βλέπε το ζευγαράκι μας δε θέλω άλλη χάρη

Νύφη μου χαδεμένη μου κι η όμορφη σου μάνα
να πάει να φέρει μάλαμα να μπλέξει τα στεφάνια
Σήμερα λάμπει ο ουρανός σήμερα λάμπει η μέρα
σήμερα στεφανώνεται αητός την περιστέρα

Ωσάν την Μυρτιδιώτισσα τη χρυσοπλουμισμένη
έτσι ‘ναι η νύφη μας με τ’άσπρα στολισμένη

Σήμερα γάμος γίνεται σ’ωραίο περιβόλι
σήμερα αποχωρίζεται η μάνα από την κόρη

Νύφη μου το φουστάνι σου αγγέλοι σου το ράψαν
και στη δεξιά σου την πλευρά το όνομά σου ράψαν

Ένα κομμάτι μάλαμα βρήκαμε στην αυλή μας
ηπήραμε ντο το γαμπρό με την υπομονή μας

Για έλα συμπεθέρα μου και δώκε την ευχή σου
στ’ αντρόγυνο που γένηκε, χίλια χρόνια να ζήσουν

Να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός να ζήσει κι ο κουμπάρος
να ζήσει κι ο προξενητής να κάμει κι άλλο γάμο

Νύφη μου μυγδαλόψυχα, γαμπρέ μου κουκουνάρι,
χαρά σου πετροπέρδικα που πήρες παλικάρι

Μέσα στο καρυόφυλλο ήσουν νύφη κρυμμένη
και τώρα φανερώθηκες πέρδικα πλουμισμένη.

Στο μαχαλά μας είχαμε μια διαμαντένια βρύση
κι ήρθε του καπετάνιου ο γιος να την κληρονομήσει.

Νύφη μου βέργα μάλαμα, νύφη βέργα ασήμι
ταιριάξατε στην ομορφιά και στην ταπεινοσύνη

Ρόδα και τριαντάφυλλα και άνθη του παραδείσου
θα ράνουν το κρεβάτθι σου, να πέφτει το κορμί σου.

ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΚΑΛΥΜΝΙΚΟΥ ΓΑΜΟΥ

Την Τετάρτη 9 Ιουνίου στις 7:30 το απόγευμα πραγματοποιήθηκε στο 3ο Δημοτικό Σχολείο Πόλης Καλύμνου αναπαράσταση του καλύμνικου γάμου.

Οι μαθητές και οι μαθήτριες της Στ΄ ήταν ντυμένοι με τις παραδοσιακές καλύμνικες στολές, βράκες και καβάδια. Οι μαθητές μιλούσαν τα <<καλύμνικα>>, οι μαθητές της Δ΄ τάξης συμμετείχαν παίζοντας καλύμνικα παιχνίδια και οι μαθήτριες αναβίωσαν χαρακτηριστικές καλύμνικες εργασίες. Όλα αυτά μαζί αρμονικά δεμένα δημιούργησαν ένα εξαίσιο θέαμα.

Στη σκηνή διαδραματίστηκαν στιγμές από την καθημερινότητα εκείνης της εποχής με το κουτσομπολιό, την επιστροφή των σφουγγαράδων, τις καμπάνες που ηχούσαν χαρμόσυνα, τα τραγούδια καιτ γλέντια, του αρραβώνα, το στρώσιμο του κρεβατιού και αποκορύφωμα τον καλύμνικο γάμο. Υπήρχε συνοδεία λαικών οργάνων, βιολί και λαούτο. Τα έπιπλα και τα σκεύη ήταν κατάλληλα διαλεγμένα για το σκοπό αυτό και όλα τα απαραίτητα αντικείμενα προσφέρθηκαν από τους γονείς των μαθητών, ακόμη και τα στέφανα ήταν αληθινά από ένα γάμο του 1926.Στο τέλος οι μαθητές χόρεψαν καλύμνικους παραδοσιακούς χορούς και προσφέρθηκαν παραδοσιακοί μεζέδες.

Ο ΑΡΡΑΒΩΝΑ ΚΑΙ Ο ΓΑΜΟΣ

(με την καλύμνικη διάλεκτο όπως ειπώθηκε από τους μαθητές )

1ο ΜΕΡΟΣ | πριν τον αρραβώνα

-Αρή ας (δ)εις που φτες τις μέρες θα χουμε καένα ξέσπασμα!
-Ντι αρή που σου ΄ρτε πάλι φτό.
-Ψες ηθύμιαζα τη Παναγιά.Ενηξέρω αλλά και πο καούμου ήναψασι τα μέσα μου.Ε, ήβγαλα το θυμιατόόξω αμη καούμε κιόλας και βλέπω τη Βακίνα μπρος και πίσω το καπετά Πέτρο.
-Ήντα ήθελε φτος στα μέρη μας;
-Είναι η πρώτη βολά ιγιατονέ και άλλη βολα νηφόριζε.
-Ήμπασι στο σπίτι της Αφράτης
-Βράι στο σπίτι της χήρας, ήντα να το.
-Ήντα να το;Κόρη έσει φτη, γιο έσει φτος, ήντα να το.
-Ε, ναι!!!ηζο΄θλεψε ντη ξεσπίτωτη έρημη.
-Ου λάρυγγας, ήνοιξες το μπάλι.Θαμπή κόρη είναι. Η φρονιμάα της ήφηκε τανάμι.
-Μετρημένο παιί.Α, δώκει ο Θεός α καλοπατρευτεί που ούλη φτη η φαμίλια είναι καπεταναίοι.
-Ε, ναι! Ηχαθήκασι οι κόρες με τα προικιά; Ε θα χει στίβη; Τζο χράμια ούλα κιούλα ήφερε ο πατέρας και μετά ηφέραντο φτο τούμπανο.
-Αρή εφοάσαι τη Παναγιά; Ηπνίηκε ο άνθρωπος στο σφουγγάρι, νοικοκύρης.
-Ηφταιέντου κανένας ; Ίσα κάτω μόνο α κουβαλήσει της Αφράτης. Πόνεμα τώρα.
-Καλησπέρα, άντε και που των παιτζιών μας. Η Αφράτη ήδωκε λόγο για τη κόρη ντης στο γιο του καπετάν Πέτρου.
-Είπατα γω ! Άντε η ώρα η καλή.
-Α χαρευτεί η μάνα της. Αξεπικρατθει το παιί. Α βγάλει πλιο το μαύρο φουτά. Ημαράζωνε ντο φτη η μάνα. Δουλειές, κλείωμα και ράψιμο.
-Όμορφη κόρη η Φουκαίνα και φρένιμη.
-Αρή μπρος τη παλιά ντης είναι ένα διόλο. Κείνης το μάουλο ήσταζε, ήζωνε το καλύμνικο ηφούσκωνε (πίνει νερό).
-Ψες που ψεις την άσεντρα.Την παλιά της ηθυμήθηκες. Ένα μπαιί μάλαμα ηθυμήθηκες την παλιά Ελλάδα
-Εγώ λέω α τα μαζέψουμε. Α πα βρούμε την Αφράτη, αμη τθέλει καμιά βοήθεια !
-Και συ βάλε τη Παναγιά μέσα σου και μη μιλείς.
-Βόλο του Παρδαλή !
-Το Φουκαίνι ΄ξίζει το μεάλη τύχη. Μπορεί α μη να χει καλά αλλά είναι κόρη που θα ΄νοιξει σπίτι και ξέρει α σταθεί στον άντρα της.
-Αρή ημαζεύετε τους οξωποδώ. Παιτζιά κακομαθημο ! ! !
-Γιώρζη, μωρέ έλα που ασούρτει ταμνάς.
-Γιάννιο, έλα το παιί μου α παένουμε.
-Γιάννη, μωρέ Γιάννη, έλα που να κουφατθείς, έλα που να σε φέρνουσι !
-Μουρε σεις κάτσετε που α κάτσουν τα παιτζιά σας. Ηλωλάνασι το κεφάλι μας.
-Βρίσκομα, ηθραφήκαμε ένι κουραστήκαμε. Αυτοι ηβγάλα τα ανάμι.
-Αρή ηγάπαμε η Παναγιά κι ‘ηκαμα κόρη α με γιει στα γεράματα. Με φτει είναι…..

2ο ΜΕΡΟΣ | Στο σπίτι της νύφης

-Τι ΄ναι Βακίνι, ήρχισες κιόλας το σιύρισμα ;
-Γιάντα ήφηκα μαθές το σπίτι μου ασιύριστο πολλές βολές ;
-Ενταφήνετε τώρα φτα, α πούμε τα σιχαρίκια του παιτζιού. Καλορίζικα και στις μεγάλες χαρές.
-Φχαριστώ και που των παιτζιών. Από τη πέρα γειτονιά ήρτε το περιστέρι κι ήσμιξε με τη πέρδικα κι ηγινήκα ταίρι.
-Ε, λόγο ηδώκαμε. Άρτη πλιό του Σταυρού αγένει και ο αρραβώνας, μετά α τους παντρέψουμε. Πρώτα ο Θεός.
-Α σε ξιώσει ο Θεός α τα κάμεις ούλα όμορφα. Κιαι ξίζει του παιτζιού που να σει την ευσή του Χριστού και της Παναγιάς.
-Ε θα βγάλεις τη στίβη του Φουκαινιού α τη γιει ο ήλιος ; Α μυρίσου ντα ρούχα.
-Α, ήντα στίβη θέλεις ;; Ηπομείνε ορφανό ! Μια μάνα ήντα στίβη θέλεις α σου κάμει ;
-Γιάντα το λέεις ; Ο πατέρας ηφρόντισε ντο κι ήφερε ντης απόύλα όνταν ήτο κόμα στη κούνια. Κιαι χράμια ηκάμαμε και που τη Μπιγκάζα ηφέραμε.Α τα (δ)είτε κείνη την ώρα α τρίβετε τα μάτζια σας.
-Αρή μπόζα, μια ζωή μπόζα ήτο και για φτο ήφαε ντη τζεφαλή της.Ήθελε νυη μόνο ο σύντεκνος μου.Ηψήλωνε η νουρά ντης γιατί ντο βοσκαρούι.
-Ενηθέλε α βόσκει και ηβρώμαντεις η μάντρα. Ηπήρεντο μόνο η άλλη τρώει κιαι πίνει και φτη βράει στο ζουμί ντης.

(Τραγούδι ΄΄Τζιβαέρι΄΄- περιμένουν τους άντρες)

3ο ΜΕΡΟΣ | Ο αρραβώνας

Χτυπούν οι καμπάνες-ερχομός των σφουγγαράδων-τραγούδια

-Γαμπρέ, καλό σου έρκομα με τόση προθυμία.
-Ήφερες μες στο σπίτι μας χαρά και ευτυχία.
-Ένα λουλούδι είχαμε στην οικογένεια μας νύφη σου το χαρίζουμε με όλη την καρδιά μας.
-Καλορίζικα, καλορίζικα…
( πετάνε καρύδια, προσφέρουν χαλβά )
-Α ρίξου θέλω μια φωνή ο Άδης ν΄απαντήσει, αρτεί ο πατέρας του Φουκαινιου στεφάνι να φιλήσει.
-Καλορίζικα πλιο και πο δω και μπρος έχει προστάτη η κόρη σου. Λεβέντη σου δωκα Φουκαίνα μου ! ! !
-Της νύφης μας το μάουλο και του γαμπρού η μπόρκα στολίζουσι το σπίτι μας σα να σει σίλια φώτα.
-Πάρε κόρη μου τη φωτογραφία μας και την ευσή μου, την εική μου και της Παναγιάς.
-Να τα γα στον όμορφο μποφέ ας τη βάλαμε α χαρεύβγεστε.
-Ε, συμπεθέρα για σένα είναι η χαρά που σαι με το Φουκαϊνι σου μαζί με μεις μουσαφιραίοι θα ΄μαστε.
-Μη ντο λέεις ! Το Φουκαϊνι ένεχει πατέρα και θα σας γαπά σαν τον ικό ντης. Το μεριδιό σας ε θα κοπεί. Και τον Απόστολο θα σε βγάζει ασπροπρόσωπη και της Παναγιάς και ούλο το χρόνο. Το φτάζυμό ντης που θα ΄ρχεται ε θα το παίρνει το σπίτι.Α ΄χεις α λέεις σε ούλες για τα πεστελλώματα. Α μη σου μπαίνει καμιά στο μάτι.
-Φήκετε τώρα τις κουβέντες και μαζέψετε τα κοπέλια α φάσει καένα καρύδι α πάσι και οι κόρες α καλέσουσι.
-Ήφερα ντα τα κλήματα από τα περβόλια.
-Ελάτε κόρες που’στε λεύτερες. Έλα το παιί μου πείτε 3 φορές τον
“Πιστεύω” και μετά βάλτε τα κλήματα στα στέφανα.
-Όμορφα, όμορφα α δείτε τους κόμπους να έχουσι ούλα όπως πρέπει. Όπως το βλόησε ο Χρηστός. Α σκάσουν και οι κόμποι α δούμε αγγόνια και δισέγγονα.
-Όλα ευλογημένα θα γένουσι. Ηπήασι μόνο τα παιτζιά τη Παρασκευή

Στον Άη Σάββα ηξομοογηθήκασι και το πρωί ηκοινωνήσασι. Ήλαμπε σήμερις η Παναγιά μας. Ε, λέω κάθε Κυριακή όμορφη είναι αλλά σήμερις το πρωί που ημεταλάβγαινε το αντρόγυνο που θα ένει, ούλα ηστράφτασι.

4ο ΜΕΡΟΣ | Στρώσιμο του κρεβατιού

-Ελάτε τώρα κοριτσόπουλα που ζουν και οι δύο γονιοί σας λεύτερα α στρώσετε το κρεβάτι α πείτε και καένα τραούι α χαρευτείτε !!!!!!!