σε 4 Πράξεις του Καλύμνιου Γεωργίου Θ. Φρατζή
Νέα Υόρκη 1942 (αναφορά στην σπηλιά των 7 παρθένων)
Η παραπάνω θεατρική παράσταση παίχτηκε για πρώτη φορά στις 7 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1943 στο HIGH SCHOOL AUDITORIUM
Πολλοί είναι οι σκοποί για τους οποίους γράφει κανείς και πολλες οι πηγές της εμπνεύσεως του. Πηγή για μένα είναι η αγάπη μου προς την Μαρτυρικήν Δωδεκάνησον και την Πατρίδα μου Κάλυμνον. Στη θύμησή τους σταματούν πάντα καρδιά και νούς.
Σκοπός να παραμείνη ο θρύλος «της σπηλιάς των 7 παρθένων» της Καλύμνου πάνω στον οποίον στηρίζεται «Ο ΠΡΟΔΟΤΗΣ»
Όπως ολόκληρη η Ελλάδα είναι πλημυρισμένη από ωραίους θρύλους και παραδόσεις, έτσι και τα Δωδεκάνησα. Καθώς μου έλεγε μια γρηούλα, το πρώτο όνομα της σπηλιάς ήταν <<η Σπηλιά του Δράκου>> και από τότε που εχάθησαν μέσα σ” αυτήν η 7 κόρες, κυνηγημένες από τους Τούρκους, πήρε το όνομα << η Σπηλιά των 7 Παρθένων>> και πως τσοπάνηδες περαστικοί μεσάνυχτα έξω από αυτήν, με τα μαντριά τους ήκουαν κλάματα μέσα στη σπηλιά.
Μου είπεν ακόμα πως τα παλιά τα χρόνια ένας τσοπάνης που έβοσκε τα πρόβατά του έξω από τη σπηλιά, είδε ένα τόσο μεγάλο φίδι που από τον τρόμο του απέθανε.
Μια μέρα με συμμαθητάς μου του Δημοτικού σχολείου, αποφασίσαμε να μπούμε μέσα στη σπηλιά έως το <<μέσα νερό>> (τοποθεσία μέσα στο βάθος της σπηλιάς όπου υπάρχει μικρή λίμνη) Ήταν η πρώτη φορά που θα έμπαινα και θυμούμαι ακόμη και τώρα το δέος που με κατέβαλε όταν χωθήκαμε με τα αναμένα φαναράκια μας, μέσα στο σκοτάδι της σπηλιάς. Ένα παιδί που ήξερε το δρόμο έως <<το μέσα νερό>> ήταν οδηγός μας.
Ανεβαίναμε και κατεβαίναμε από γλιστερές πλάκες, από την υγρασία και την μούχλα. Στρίβαμε πότε δεξιά και πότε αριστερά και η παιδική μου φαντασία, μέσα σε κείνο το βαθύ σκοτάδι, ζωντάνευε για μια στιγμή τις 7 κόρες και τις έβλεπα να μας θωρούνε με δακρυσμένα μάτια γεμάτα πικρό παράπονο. Για μιά στιγμή πάλι πρόσεχα στα βήματά μου μη τυχόν πατήσω πάνω στα σωριασμένα κοκκαλά τους.
Σαν φθάσαμε <<στο μέσα νερό>> και ήπιαμε όλοι από το παγωμένο νερό της μικρής λίμνης, ένας από την παρέα ζήτησε από τον οδηγό μας να προχωρήσουμε ακόμα.
-Δεν ξέρω, μας λέει, άλλον δρόμο. Εκεί στο βάθος υπάρχει μια τρύπα. Πρέπει να συρθής με την κοιλιά μέσα από κεί. Λένε ότι είναι ένας δρόμος που βγαίνει στο βαθύ, στην άλλη άκρη του νησιού. Κανένας όμως δεν ετόλμησε…
Βγήκαμε έξω από τη σπηλιά.
Τα χρόνια πέρασαν μα ποτέ μου δεν ξέχασα ότι ήκουσα και ότι είδα, όπως και το μεγάλο Κάστρο με τα ερείπιά του, τις καστρόπορτες, τις επάλξεις, που πάνω απ” αυτές μικρός ακόμα πετούσα κοτρώνες από τις απόκρυμνες μεριές του.
Ο μεγάλος Δωδεκανήσιος ποιητής και Γυμνασιάρχης μου Γιάννης Κλ. Ζερβός μέσα στο βιβλίο του <<Ζωή στο Νησί>> με ασύγκριτες φράσεις γράφει για το μεγάλο Κάστρο της Καλύμνου:
. . . Νύχτα χθές, π” ανέβαινα από το λιμάνι, θαμπούλιζε στην τέλειωση του κάμπου το άσπρο χωριό — σαν απατηλό χάραμα λίμνης, π” έρρεε—μυστηριώδης κοίτη— στα πόδια του Κάστρου. Προς το βοριά δέσποζε εκείνο επάνω του— σκοτεινή Σκιά, που του όριζε την άφαντη ζωή…
…Τεχνουργημένο, θάλεγε, με πρόνοια από τη φύση να σταθή πύργος κι” Άγιος Ομφαλός ζωής, ευρέθη εκεί το μεγάλο Κάστρο. Τι μαγική έλξη είχε στην όψη του η αμφιθεατρική εικόνα των ερειπίων στο Κάστρο!
Κάποτε ως να μυρμήγκιαζε μυστικός, παλαιός κόσμος!
Σε αγνή μεταμεσήμερη ώρα, εντύπωνε ως καθρέφτισμα στο άθλαστο φώς μέσα του αγέρα, διάφωτες πλάκες—κρούσταλλα στον ήλιο, τα χαλάσματα.—Καί ακόμη σα να λαμπυρίζουν πολυέλαιοι κρυφοί από κάπου εκεί. Κι ένα δαντέλωμα τειχιού, σα διάδημα γύρω!
Τοίχοι ησκιωμένοι, ως πύργοι, θυμητικά από άλλα κάστρα, βουλήσματα, εκκλησιές, και ως σε κάτοπτρο, όλη η πνοή του παλαιού αιώνα…
Ο θρύλος <<της σπηλιάς των εφτά παρθένων>> πρέπει να έχει ως βάσιν κάποιαν αιτίαν ή πραγματικότητα. Διαβάζοντας την ιστορίαν και ακούοντας από παληούς του θρύλους της Καλύμνου, φτάνουμε στον 18ον αιώνα. Στην εποχή του τρόμου και της δουλείας.
Στα μαύρα χρόνια ο Έλληνας ευρίσκετο εις το έλεος του Τούρκου τυράνου και κατακτητού και δεν ήτο κύριος ούτε της γυναίκας του, ούτε του παιδιού του, ούτε της περιουσίας του, ούτε και της ζωής του. Στην βάρβαρη εποχή των μεγάλων πειρατειών, που ξεκινώντας οι πειραταί από την Αλγερία, την Τρίπολη, την Τύνιδα και άλλα μέρη έσφαζαν, έκαιαν και λεηλατούσαν τα ακρογιάλια της Ελλάδος και τα Νησιά της.
Η Κάλυμνος υπέστη πολλές επιθέσεις από πειρατάς. Υπάρχει πάράδοσις ότι μια νύχτα του Πάσχα οι πειραταί βγήκαν στο μικρό λιμανάκι της Ρίνας, της Καλύμνου, και κατέσφαξαν όλους τους ανθρώπους που βρήκαν στην εκκλησία να λειτουργούνται.
Γι” αυτό όλοι σχεδόν οι Καλύμνιοι τότε ζούσαν κλεισμένοι μέσα στο μεγάλο Κάστρο και κάθε βράδυ, αφού έμπαιναν όλοι οι Καστρινοί μέσα, έκλειναν τις μεγάλες και βαρειές Καστρόπορτες.
Στα πιό ψηλά βουνά, μέρα νύχτα, βίγλιζαν την γύρω θάλασσα οι βιγλάτορες. Άμα δε έβλεπαν να πλησιάζει κουρσάρικο καράβι ειδοποιούσαν το κάστρο με φωτιές.
Μέσα στους σκοτεινούς αυτούς αιώνες της τυρανίας και του τρόμου, ο Έλληνας και ο πιό ταπεινός Νησιώτης δεν έχασε την υπόστασή του, δεν ξέχασε την βαρειά κληρονομιά, δεν εμόλυνε την τιμή του.
Η Ελληνική ψυχή παρέμεινε Ελληνική κι” αυτό γιατί ο Έλληνας εστήριζε και στηρίζει πάντα την ύπαρξη του πάνω στα μεγάλα συναισθήματα, τις άγιες ιδέες της Θρησκείας, της Πατρίδος, της Τιμής.
<<Ο Προδότης>> είναι ένας μικρός θρύλλος του νησιού μου που δεν έχει απαιτήσεις. Δεν μοιάζει με τα έργα των μεγάλων δραματικών συγγραφέων, που μας παρουσιάζουν αιώνιους τύπους και μας λύνουν πάνω στη σκηνή τα μεγάλα προβλήματα της υλικής και πνευματικής ζωής
Η λογοτεχνική του αξία είναι μικρή, και αμφίβολη η ιστορική, διότι στηρίζεται στην φαντασία.
Ο άνθρωπος όμως δεν είναι μόνο ύλη, αλλά και περισσότερον πνεύμα και εφ” όσον εις τον κόσμο αυτόν θα τιμώνται τα ιερά ονόματα της θρησκείας της πατρίδος και της ελευθερίας, εφ” όσον ο άνθρωπος θα στηρίζει τον εσωτερικό του κόσμο εις τας ηθικάς αρχάς και τα μεγάλα συναισθήματα << Ο Προδότης>> θα συγκινεί.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Θ. ΦΡΑΤΖΗΣ
Τάρμπον Σπρίγκς, Φλώριδος. Ιανουάριος, 1942
του ΙΩΑΝΝΟΥ ΑΜΟΡΓΙΝΟΥ εκπαιδευτικού σε σχέση με τα προλεγόμενα του κ. Φραζή σε ξεχωριστή αναφορά του ιδίου για τις εφτά παρθένες στον Καλυμνιακό Παλμό Β” περίοδος τεύχος 5
…με βάση την παράδοση αυτή μεταπλασμένη όμως έγραψε το δράμα του << Ο Προδότης>> ο αείμνηστος Γεώργ. Θ. Φραζής, ο οποίος στον πρόλογό του αναφέρει πως η σπηλιά αυτή προηγουμένως λεγόταν <<Δρακόσπηλιος>> ή <<Σπηλιά του Δράκου>>, επειδή κατά την λαϊκή πίστη μέσα εκεί κατοικούσεν ένας δράκος. Ασφαλώς όμως πρόκειτε περί συγχύσεως με τον και σήμερα ονομαζόμενο <<Δρακόσπηλιο>>, που βρίσκεται πάνω από την Αγία Τριάδα της Πόθιας.