του Ιωάνου Αμοργίνου, Εκπαιδευτικου
από τον Καλυμνιακό Παλμο (Β” Περίοδος – Τεύχος 5)
Ένα πρωίνο, στην εποχή των Πειρατών, επτά κορίτσια από την Χώρα πήραν τα ψιλά τους χράμια και ξεκίνησαν για την Πόθια, να πάνε στη θάλασσα να πλύνουν. Προτού ακόμα πλησιάσουν στη παραλία είδαν να μπαίνουν μέσα στο λιμάνι ξένα πλοία και άκουσαν να λένε πως τα πλοία εκείνα ήταν πειρατικά και πως οι πειραταί θάβγαιναν έξω να ληστέψουν το νησί κι ο καθένας όπου φύγει-φύγει.
Τα καημένα τα κορίτσια κατατρομάξανε. Και τρομαγμένες γύρισαν αμέσως πίσω και ζητούσαν μέρος να κρυφτούν. Σάν έφτασαν στο Φλασκά βρήκαν ένα σπήλιο (1) και μπήκαν μέσα. Ο σπήλιος ήταν πολύ σκοτεινός και πολύ βαθύς. Σκυφτά και συρτά έφτασαν ως το τέρμα (2) για περισσότερη ασφάλεια παρέμειναν εκεί ώσπου βράδυασε.
Σαν βράδυασε, δοκίμασαν να προχωρήσουν πάλι προς την είσοδο κι απεκεί με μεγάλη προσοχή να δούν τι γίνεται έξω. Αλλά πως να βγούν έξω χωρίς φώς? ο δρόμος που οδηγούσε στην έξοδο, έχει πολλούς ελιγμούς κι εκείνος που αποφασίζει να μπεί μέσα στο σπήλιο, πρέπει να κρατά και φανάρι αναμένο. Αλλιώς δεν θα μπορέση καθόλου να βγεί έξω. Θα ((κουτουλά)) μονάχα στα βράχια και μη θέλοντας θα παραμείνη μέσα για πάντα. Αυτά έπαθαν και τα δυστυχισμένα τα κορίτσια. Περιπλανηθήκανε και ταλαιπωρηθήκανε άσκοπα, χωρίς να μπορέσουν να ξαναδούν το φώς της ημέρας Μέινανε στο σπήλιο μέσα για πάντα (3).
Ο Σπήλιος αυτός σώζεται και σήμερα λέγεται: ( Ο σπήλιος οι εφτά Παρθένες )
Σημ συντ. (1) Με βάση την παράδοση αυτή μεταπλασμένη όμως έγραψε το δράμα του << Ο Προδότης>> ο αείμνηστος Γεώργ. Θ. Φραζής, ( το 1942 και το οποίο παίχτηκε την 7ην Ιανουαρίου 1943 στο High School Auditorium στο Τarpon Springs) ο οποίος στον πρόλογό του αναφέρει πως η σπηλιά αυτή προηγουμένως λεγόταν <<Δρακόσπηλιος>> ή <<Σπηλιά του Δράκου>>, επειδή κατά την λαϊκή πίστη μέσα εκεί κατοικούσεν ένας δράκος. Ασφαλώς όμως πρόκειτε περί συγχύσεως με τον και σήμερα ονομαζόμενο <<Δρακόσπηλιο>>, που βρίσκεται πάνω από την Αγία Τριάδα της Πόθιας.
(2) Μπορεί να λέει έτσι η παράδοση, στην πραγματικότητα όμως είναι εντελώς αδύνατο να φτάσει κανείς <<ως το τέρμα>> χωρίς οδηγό και χωρίς φώς με τα τόσα κλωθογυρίσματα και τις ανωμαλίες του μονοπατιού και το πηχτό, αδιαπέραστο σκοτάδι, αν λογαριάσης μάλιστα πως σε κάθε βήμα τα πόδια γλυστρούν στο νοτισμένο πετρώδες έδαφος. Ας σημειωθή, πως οι ποιό τολμηροί δεν πήγαν ποιό πέρα από το λεγόμενο <<όξω νερό>>, μικρή δηλαδή λίμνη που βρίσκεται στο βάθος της σπηλιάς. Ανεπιβεβαίωτη φήμη λέει πως ακολουθώντας κανείς μια σύραγγα τόσο στενή, ώστε μόνο συρτά με την κοιλιά μπορεί να την διασχίση, βγαίνει σε δρόμο που φέρνει στον Βαθύ.
(3) Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή της παραδόσεως ο αρχικουρσάρος πρόσταξε κι “εχτισαν την είσοδο της σπηλιάς, κι έτσι οι εφτά παρθένες πέθαναν από την πείνα και την δίψα. Όπως αποδίδει την παράδοση ο Φραζής στον <<Προδότη>> φωτιά που άναψαν οι κουρσάροι στη σπηλιά, έγινεν αιτία του Χαμού των Εφτά Παρθένων.